Η πρόσφατη οριστικοποίηση της προμήθειας 4 νέων UAV τύπου Patroller από τον Ε.Σ αποτελεί οπωσδήποτε ευχάριστο γεγονός. Και αυτό διότι με αυτόν τον τρόπο αναβαθμίζονται ουσιαστικά οι δυνατότητες επιτήρησης και συλλογής πληροφοριών από την πλευρά του.
Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, έδρα των συγκεκριμένων Μη Επανδρωμένων Αεροχημάτων θα αποτελεί το αεροδρόμιο του Καστελίου Ηρακλείου, που επιλέχθηκε προφανώς για λόγους κάλυψης της ευρύτερης λεκάνης της Ανατολικής Μεσογείου, μιας περιοχής αυξημένου στρατηγικού ενδιαφέροντος για τις ΕΕΔ στο σύνολο τους. Τα εν λόγω αεροχήματα θα συμπληρώσουν αρχικά και θα αντικαταστήσουν τελικά τα υπάρχοντα 14 UAV Sperwer που ανήκουν σε άλλη κατηγορία (αυτήν των tactical UAV) και αναπτύχθηκαν βάσει άλλης επιχειρησιακής και σχεδιαστικής φιλοσοφίας
Ωστόσο και αυτήν η προμήθεια, δεν ξεφεύγει από τον γενικό κανόνα που υποστηρίζει πως ο ελληνικός αμυντικός μηχανισμός είναι “φθηνός στα πίτουρα και ακριβός στο αλεύρι” όπως συνηθίζει να λέει ο θυμόσοφος λαός. Και αυτό διότι, ενώ ανευρέθηκαν σημαντικά κονδύλια για την εκτέλεση ενός σημαντικού κατά τα άλλα οπλικού προγράμματος, αυτό δεν έγινε κατά τρόπο πλήρη και ολοκληρωμένο.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, από την συγκεκριμένη εξοπλιστική προμήθεια απουσιάζει μια κρίσιμη δυνατότητα, αυτή της ικανότητας απομακρυσμένου ελέγχου του αεροχήματος μέσω δορυφορικής ζεύξης πλοήγησης SATCOM. Το τελευταίο θεωρείται κρίσιμης σημασίας καθώς επιτρέπει τον Εκτός-Οπτικής-Θέας (Non-Line-of-Sight) έλεγχο του Αεροχήματος, στα όρια της αυτονομίας του από έναν και μόνο επίγειο Σταθμό Ελέγχου ευρισκόμενο σε κλωβό σε ασφαλή τοποθεσία. Αντίθετα επιλέχθηκε η μέθοδος του “hand over” όπως ο φυσικός έλεγχος του οχήματος θα μεταφέρεται από σταθμό ελέγχου σε έναν άλλο κάθε 150-160 χιλιόμετρα. Η μέθοδος αυτή συγκεντρώνει αντικειμενικά μειονεκτήματα, καθώς απαιτεί την δέσμευση σημαντικού αριθμού προσωπικού, μέσων και σχετικών υποδομών, ενώ και οι επίγειοι σταθμοί ελέγχου μπορούν οι ίδιοι να τεθούν εκτός λειτουργίας, είτε ως αποτέλεσμα ηλεκτρονικής παρεμβολής εκ μέρους του εχθρού, είτε ως αποτέλεσμα προσβολής των δια πυρών.
Οι πηγές στις οποίες απευθυνθήκαμε μας ανέφεραν πως η μη συμπερίληψη της δυνατότητας δορυφορικής πλοήγησης στο σύστημα συνιστά αβλεψία στρατηγικών διαστάσεων, καθώς απομειώνει θεαματικά τα όρια της επιχειρησιακής εκμετάλλευσης του συστήματος, που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί έναντι πολύ μικρού συγκριτικά οικονομικού τιμήματος. Τυχόν προσθήκη της δυνατότητας SATCOM στα εν λόγω συστήματα εκτιμάται ότι θα έχει ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα, καθώς θα επιτρέπει την πλήρη και με οικονομία πόρων αξιοποίηση του συστήματος, περιορίζοντας την εξάρτηση του από επίγειους σταθμούς ελέγχου και μειώνοντας την πιθανότητα, έστω κι έμμεσης, εξουδετέρωσης του.
Τελειώνοντας, πέραν της ευχής προσθήκης αυτής της καίριας δυνατότητας στο δυναμικό των “στρατηγικών assets” UAV Patroller, να επισημάνουμε πως τα ήδη υπάρχοντα UAV Sperwer θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν περαιτέρω, με την συμπλήρωση και αύξηση του αριθμού τους, τον εκσυγχρονισμό τους σε επίπεδο -B και την απόδοση τους ανά ένα πλήρες σύστημα των τεσσάρων αεροχημάτων σε επίπεδο Μείζονος Σχηματισμού (Μεραρχία), όπως ορίζουν άλλωστε οι σχεδιαστικές και επιχειρησιακές τους προδιαγραφές. Εξακολουθούν να είναι χρήσιμα παρά τα γνωστά εγγενή προβλήματα που αντιμετώπισαν σε υπηρεσία στον ΕΣ.