Τι δείχνουν οι εργαστηριακές έρευνες που έγιναν σε παγωτά στη Γερμανία.
Τις τελευταίες μέρες, όλο και περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες αναλαμβάνουν δράση να “αφυπνίσουν” τους καταναλωτές σχετικά με τη λήψη πρόσθετων συστατικών που περιέχουν τα τρόφιμα χωρίς τη γνώση των κινδύνων για την υγεία που ενέχουν.
Η κανέλα, για παράδειγμα, χρησιμοποιείται ως αρωματικό συστατικό στην παραγωγή τροφίμων εδώ και πολλούς αιώνες. Λόγω όμως της δημοτικότητάς της, η κανέλα – ειδικά η αλεσμένη κανέλα – υπόκειται σε νοθεία. Δηλαδή αναμιγνύεται με άλλα συστατικά μερικά από τα οποία είναι πολύ επικίνδυνα για την υγεία όπως οι λεγόμενες «ψευδείς κανέλες» που περιέχουν μεγάλες ποσότητες κουμαρίνης σε αντίθεση με την αυθεντική και πιο ακριβή κανέλα Κεϋλάνης (true cinnamon). Ψεύτικες κανέλες είναι τα είδη Cinnamomum cassia, Cinnamomum aromaticum, Cinnamomum burmannii και Cinnamomum loureiroi.Και τα τέσσερα αυτά είδη αναφέρονται συνήθως ως cassia. Σε έρευνα που έγινε το 2013 στη Δανία έδειξε πως το 50%% των δειγμάτων κανέλας που αναλύθηκαν περιείχαν κουμαρίνη.
- Δείτε επίσης: Σαμπουάν/αφρόλουτρο ανακαλείται από την Ελληνική αγορά – Περιέχει 3 επικίνδυνες ουσίες
Μια πιθανή εξήγηση για αυτήν την υπέρβαση είναι ότι οι επιχειρήσεις τροφίμων που χρησιμοποιούν την κανέλα ως συστατικό δεν γνωρίζουν τις διαφορές μεταξύ των ειδών κανέλλας και την συνεισφορά τους στην παρουσία κουμαρίνης στα προϊόντα τους, ενώ πιθανότατα δεν γνωρίζουν τα κανονιστικά όρια της ΕΕ για την κουμαρίνη και πώς να συμμορφωθούν με τον κανονισμό της ΕΕ
Ο ΕΦΕΤ έχει προχωρήσει κατά καιρούς σε ανακλήσεις προϊόντων που έχει βρεθεί να περιέχουν κουμαρίνη η οποία είναι μία ουσία τοξική για το ήπαρ και τα νεφρά, με μέση θανατηφόρα δόση (LD 50 ) 293 mg / kg. Ταυτόχρονα υπάρχει και πληθώρα αναφορών στην ευρωπαϊκή πύλη έγκαιρης ειδοποίησης για τα τρόφιμα RASFF για νοθευμένη κανέλα.Εκτός από τις επιθυμητές αρωματικές ύλες, όπως η κανναμαλδεΰδη, η κανέλα μπορεί να περιέχει ανεπιθύμητες φυσικές αρωματικές ουσίες όπως η κουμαρίνη, μια αρωματική ουσία που βρίσκεται φυσικά στις ποικιλίες κανέλας, αλλά και στο ξύλο και στα φασόλια tonka.
Ειδικά η κανέλα Cassia έχει σχετικά υψηλή περιεκτικότητα σε κουμαρίνη, ενώ η κανέλα Ceylon περιέχει μικρότερες ποσότητες. Τοξικολογικές μελέτες και αξιολογήσεις έχουν δείξει ότι η υπερβολική πρόσληψη κουμαρίνης δεν αποκλείεται να είναι τοξική για το ήπαρ και τα νεφρά.
- Δείτε επίσης: Δηλητηρίαση μαθητών στη Λαμία: Βαρύ πρόστιμο στο catering Γιαννίτσης – Εκτός σχολικών γευμάτων
Το Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Αξιολόγησης Κινδύνων της Γερμανίας (BfR) έχει ως εκ τούτου καθορίσει μια ανώτατη ημερήσια πρόσληψη (TDI) 0,1 mg κουμαρίνης ανά kg σωματικού βάρους ανά ημέρα και ισχύει επίσης για τις ευπαθείες ομάδες καταναλωτών.
Συνεπώς, ένας ενήλικας βάρους 60 kg μπορεί να καταναλώνει 6 mg κουμαρίνης ημερησίως καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του χωρίς να αναμένεται βλάβη της υγείας του. Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) καθόρισε την ίδια τιμή στην αξιολόγησή της για την κουμαρίνη. Εάν η τιμή αυτή ξεπεραστεί για σύντομο χρονικό διάστημα, δεν αναμένεται κίνδυνος για την υγεία.
Σε περίπτωση υπέρβασης του μέγιστου επιπέδου, το προϊόν απαγορεύεται να πωλείται σύμφωνα με τον κανονισμό της ΕΕ για τις αρωματικές ύλες. Εάν διαπιστωθεί ότι ένα τρόφιμο για το οποίο δεν έχει καθοριστεί μέγιστο επίπεδο έχει υψηλή περιεκτικότητα σε κουμαρίνη σε σύγκριση με άλλα προϊόντα αυτού του τύπου, ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων θα ενημερωθεί επίσης για την υποχρέωση φροντίδας και ελαχιστοποίησης των τοξικολογικά σημαντικών ουσιών όπως η κουμαρίνη.
Επιπλέον, διενεργείται τοξικολογική αξιολόγηση με τη χρήση του TDI, του σωματικού βάρους και της συνήθους ποσότητας κατανάλωσης. Οι εκθέσεις περιέχουν επίσης πληροφορίες σχετικά με την επιλογή των συστατικών και μια πρόταση για δοκιμές αυτοελέγχου.
Διερεύνηση της κουμαρίνης
Εδώ και αρκετά χρόνια, το Γραφείο Χημικών και Κτηνιατρικών Ερευνών της Βάδης-Βυρτεμβέργης εξετάζει διάφορα τρόφιμα που περιέχουν κανέλα για κουμαρίνη. Βρέθηκαν επανειλημμένα σημαντικά αυξημένα επίπεδα, για παράδειγμα σε αρτοσκευάσματα όπως τα αστεράκια κανέλας.
Για να αποκτήσουν οι ερευνητές μια πρώτη εικόνα, δοκιμάστηκαν τέσσερα παγωτά με κανέλα χρησιμοποιώντας την υπάρχουσα μέθοδο κουμαρίνης από τον τομέα των αρτοσκευασμάτων. Η κουμαρίνη ήταν πράγματι ανιχνεύσιμη και στα τέσσερα δείγματα, και σε ένα από αυτά μάλιστα με επίπεδο άνω των 60 mg/kg.
Με βάση αυτά τα ευρήματα, η υπάρχουσα διαδικασία δοκιμής επεκτάθηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και δημιουργήθηκε και επαληθεύτηκε εκτενώς μια κατάλληλη διαδικασία για τον προσδιορισμό της κουμαρίνης σε γαλακτοκομικά προϊόντα και παγωτά που περιέχουν κανέλα. Χρησιμοποιώντας αυτή τη νέα διαδικασία δοκιμής, τα τρία δείγματα με περιεκτικότητα άνω των 5 mg/kg κουμαρίνης μετρήθηκαν εκ νέου και εξετάστηκαν περαιτέρω δείγματα.
Κατά τη διάρκεια της χριστουγεννιάτικης περιόδου 2023, το Γραφείο Χημικών και Κτηνιατρικών Ερευνών του Σίγκμαρινγκεν εξέτασε συνολικά 16 δείγματα (οκτώ δείγματα παγωτού και γαλακτοκομικών προϊόντων το καθένα) για κουμαρίνη.
Τα δείγματα ήταν κυρίως γιαούρτι με κανέλα και ενδεχομένως άλλα αρωματικά τρόφιμα, όπως μήλα, δαμάσκηνα και σταφίδες από καταστήματα λιανικής πώλησης, καθώς και παγωτό κανέλας από παγωτατζίδικα ή από καταστήματα λιανικής πώλησης, όπως τα “αστέρια κανέλας παγωτού” που είναι δημοφιλή κατά την περίοδο των Χριστουγέννων.
Τα αποτελέσματα ήταν ως επί το πλείστον θετικά, χωρίς να ανιχνεύεται κουμαρίνη σε κανένα από τα γαλακτοκομικά προϊόντα που περιείχαν κανέλα. Μόνο τέσσερα δείγματα παγωτού περιείχαν κουμαρίνη σε επίπεδα μεταξύ 4 – 64 mg/kg.
Αν και έχουν καθοριστεί ανώτατα επίπεδα για ορισμένα τρόφιμα, το παγωτό και τα γαλακτοκομικά προϊόντα δεν εμπίπτουν σε καμία από τις κατηγορίες προϊόντων που υπόκεινται σε ρύθμιση. Συνεπώς, η χρήση κανέλας στο παγωτό ή στα γαλακτοκομικά προϊόντα δεν λήφθηκε υπόψη κατά τον καθορισμό των μέγιστων επιπέδων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν επί του παρόντος νόμιμα μέγιστα επίπεδα για αυτές τις δύο κατηγορίες τροφίμων.
Οι μελέτες δείχνουν ότι τα υψηλά επίπεδα κουμαρίνης δεν είναι μόνο ένα γνωστό πρόβλημα σε αρτοσκευάσματα, αλλά μπορεί επίσης να παίζουν ρόλο στο παγωτό που περιέχει κανέλα. Ήταν αξιοσημείωτο ότι υψηλότερα επίπεδα βρέθηκαν σε δείγματα από μικρότερους παρασκευαστές ή απευθείας εμπόρους παρά σε δείγματα από μεγαλύτερες εταιρείες.
Είναι πιθανό ότι αυτές οι εταιρείες τροφίμων συχνά δεν γνωρίζουν τον κίνδυνο της κουμαρίνης στην κανέλα. Εκτός από την επιλογή των πρώτων υλών (π.χ. η χρήση ελεγχόμενων βάσεων παγωτού που περιέχουν κανέλα) και τον τύπο της κανέλας, σημαντικό ρόλο παίζει και η ποσότητα της κανέλας που χρησιμοποιείται.
Στο δείγμα παγωτού κανέλας που εξετάστηκε με 64 mg/kg κουμαρίνης, μια πολύ έντονη οσμή και γεύση κανέλας, ακόμη και για παγωτό κανέλας, και ένα ευδιάκριτο καφέ χρώμα του μείγματος παγωτού ήταν ήδη αισθητά αντιληπτά κατά τη διάρκεια της οργανοληπτικής δοκιμής.
Με βάση τα ευρήματα, το Γραφείο Χημικών και Κτηνιατρικών Ερευνών του Σίγκμαρινγκεν θα συνεχίσει να δοκιμάζει τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα παγωτά που περιέχουν κανέλα για κουμαρίνη και θα εργαστεί για την ευαισθητοποίηση των εταιρειών τροφίμων και τον καθορισμό μέγιστης ποσότητας κουμαρίνης στο παγωτό.